También la lluvia (Even the Rain)

Σκηνοθεσία: Ιθιάρ Μπογιαΐν

Παίζουν: Γκαμπριέλ Γκαρσία Μπερνάλ, Λουίς Τοσάρ, Κάρα Ελεχάλντε, Ραούλ Αρεβάλο

Διάρκεια: 103′

Μεταφρασμένος τίτλος: “Ακόμη και η βροχή”

H Ισπανίδα σκηνοθέτις Ιθιάρ Μπογιαΐν (στις ελληνικές αίθουσες είδαμε πρόσφατα την τελευταία της ταινία, με τίτλο Η ελιά) και ο Σκοτσέζος σεναριογράφος (και συνάμα σύντροφός της και μόνιμος συνεργάτης του Κεν Λόουτς) Πολ Λάβερτι  χτίζουν το Ακόμη και η βροχή σε τρία επίπεδα, τα οποία διαχέονται το ένα στο άλλο, με σκοπό την ανάδειξη μίας απώτερης κατευθυντήριας γραμμής. Ας γίνουμε όμως λίγο πιο συγκεκριμένοι.

Επίπεδο πρώτο: η διαχρονικά λατρεμένη πλατφόρμα της ταινίας που εξελίσσεται μέσα στην ταινία. Φόρος τιμής στην τέχνη του κινηματογράφου και μία ηδονοβλεπτική ματιά από προνομιούχο θέση στην όλη διαδικασία, στο best case scenario. Στον αντίποδα, στις λιγότερο επιτυχημένες απόπειρες, μία αυτό-αναφορικότητα που εγκλωβίζεται σε ένα κύκλο χωρίς διαφυγή. Στην περίπτωσή μας, η ταινία-εντός-της-ταινίας περισσότερο στοχευεί στη σύγχυση μεταξύ αναπαράστασης και πραγματικότητας. Στις θολές γραμμές μεταξύ Ιστορίας που αφηγείται και Ιστορίας που γράφεται σε παρόντα χρόνο. Στις πολλαπλές σημαινόμενες διαστάσεις που μπορεί να λάβει η σημαίνουσα εικόνα. Επίπεδο δεύτερο: ο δεύτερος βαθμός «ψευδούς παράστασης». Η αποδόμηση της κυρίαρχης ιστορικής εικόνας του Χριστόφορου Κολόμβου. Η αμφισβήτηση της ταμπέλας του πιονέρου εξερευνητή και η ένταξη του “μύθου” σε μία διαφορετική συλλογιστική.

Even the Rain

Επίπεδο τρίτο: η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, η άνιση μάχη των αυτοχθόνων κατοίκων για το νερό που διαδραματίζεται στο περιθώριο των γυρισμάτων. Το σκέλος αυτό δηλαδή, το οποίο αντιλαμβάνονται ως δρώντα χρόνο τόσο οι φιλμικοί χαρακτήρες όσο και οι θεατές. Η αίσθηση μιας υπέρτερης «πραγματικότητας», η εξερεύνηση μίας βαθύτερης ουσίας που καταποντίζει όλα τα υπόλοιπα και ζητά επιτακτικά από τους πάντες να λάβουν θέση. Η Ιστορία λοιπόν (αναφορά στο Κολόμβο και τις απαρχές της εκμετάλλευσης) θα επαναληφθεί τόσο ως υφιστάμενη τραγωδία (αποστέρηση των κατοίκων από το πλέον βασικό αγαθό της ζωής, το νερό) όσο και ως καλοστημένη φάρσα (η ταινία ως έργο τέχνης, ως κάτι εξ ορισμού ψευδές και απατηλό).

Even the Rain 4

Τα πραγματικά περιστατικά από τα οποία αντλεί έμπνευση το δίδυμο των Μπογιαΐν και Λάβερτι συνέβησαν το 2000, όταν ιδιωτικοποιήθηκε το νερό στη Βολιβία και ακολούθως τριπλασιάστηκε η τιμή του, με αποτέλεσμα ένα μεγάλο ποσοστό του, ήδη εξαθλιωμένου, αυτόχθονος πληθυσμού να το στερηθεί. Στον τόπο των γυρισμάτων, στην απομακρυσμένη επαρχία της Κοτσαμπάμπα, οι κάτοικοι έστησαν δεξαμενές, συνέλεγαν το νερό της βροχής και εν συνεχεία, το φίλτραραν για να καταστεί πόσιμο. Όπως ήταν αναμενόμενο, η συλλογή και επεξεργασία βρόχινου νερού κηρύχθηκε παράνομη και στρατιές μισθοφόρων από εταιρείες security ανέλαβαν να γκρεμίσουν τις δεξαμενές. Η κίνηση αυτή μετέτρεψε τη σπίθα σε έκρηξη και οδήγησε σε ένα συνεχή και επίπονο αγώνα, ο οποίος ακύρωσε την ιδιωτικοποίηση των βολιβιανών υδάτινων πόρων και έμεινε γνωστός ως «πόλεμος του νερού» (Guerra del Agua).

Ακόμη και η βροχή λοιπόν, όπως μας ενημερώνει άλλωστε και ο τίτλος, αποτελεί εμπορεύσιμο προϊόν, υποκείμενο σε περιορισμούς και ελέγχους. Σε αυτό το πλαίσιο, οι κεντρικοί χαρακτήρες καλούνται να αποφασίσουν κατά πόσο θα υπάρξουν υποκείμενα της Ιστορίας, πέρα από αντικείμενα. Η θεωρητική ρητορική έρχεται σε σύγκρουση με την ανάληψη ευθυνών, η βολή της φυγής με το κουράγιο της παραμονής. Ο σκηνοθέτης της ταινίας (ο Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ) αποτελεί μία, ας πούμε, «ακτιβιστικότερη» εκδοχή του φελλινικού Guido του Otto e mezzo. Για να δημιουργήσει καλλιτεχνικά θα πρέπει να ξεμπερδέψει με το εσωτερικό χάος που επιζητεί επίμονα απαντήσεις, αλλά και να αποφασίσει τι θα πράξει σε σχέση και με το εξωτερικό χάος που τον περιβάλλει. 

Even the Rain 3

Η Μπογιαΐν συνδυάζει τη μεγαλοπρεπή κινηματογράφηση των… κινηματογραφικών πλάνων και την απεικόνιση των ταραχών και των οδομαχιών με ένα στυλ που προσομοιάζει σε ντοκιμαντέρ. Σε κάποια σημεία δεν αποφεύγει, βέβαια, την παγίδα του, όχι ακριβώς εύκολου, αλλά ολίγον βιαστικού διδακτισμού, με αποτέλεσμα σε κάποιους δραματουργικούς κόμβους να χάνει το σταθερό της χέρι. Ως ένα βαθμό είναι λογικό το στάδιο της συνειδητοποίησης να συμπίπτει με αυτό της θυμικής κορύφωσης. Το ζήτημα είναι οι συναισθηματικές κορώνες να μην αποφορτίζουν την όλη διαδικασία, ώστε να αναδεικνύευται η υποδόρια ένταση που κρύβει πάντα όλο το ζουμί. Συνολικό πρόσημο, πάντως, αναμφίβολα θετικό κι αντί επιλόγου, ας κάνουμε κι εμείς, όπως και η ταινία, μία μικρή μνεία στον αρχικό εμπνευστή του σεναρίου, Χάουαρντ Ζιν: Είναι (πράγματι) αδύνατο να μείνεις ουδέτερος σε ένα κινούμενο τρένο.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑