Reviews Nightcrawler

19 Δεκεμβρίου 2021 |

0

Nightcrawler

Σκηνοθεσία: Νταν Γκιλρόι

Παίζουν: Τζέικ Τζίλενχαλ, Ρενέ Ρούσο, Μπιλ Πάξτον, Ριζ Αχμέντ

Διάρκεια: 117′

Το Nightcrawler είναι δυσοίωνο γιατί μιλάει τη γλώσσα της αλήθειας και η αλήθεια είναι, μόνιμα σχεδόν, δυσάρεστη. Είναι, επίσης, διασκεδαστικό, αγωνιώδες, γρήγορο, συναρπαστικά καλοκουρδισμένο και ρυθμικό, θίγοντας παράλληλα μια πληθώρα θεμάτων. Η ταινία του πρωτοεμφανιζόμενου στην σκηνοθεσία Νταν Γκιλρόι βάζει στο στόχαστρό της τα μίντια, αλλά κυρίως τις σύγχρονες εργασιακές σχέσεις που μετατρέπουν τους ανέργους σε -πιο ευχάριστους στην όψη- σκλάβους.

Η δημόσια σφαίρα που θριλεροποιείται με επιταχυνόμενους ρυθμούς και μεταμορφώνει την πραγματικότητα σε σκηνοθετημένο γκραν γκινιόλ θέαμα απασχολεί μεν την ταινία, αλλά μόνο κατ΄ επέκταση και ως φυσικά επακόλουθο. Σε αντίθετη περίπτωση, και αν λάβουμε υπόψη μας και τη σατιρική φόρμα που υιοθετεί σε στιγμές ο Γκιλρόι για να προσεγγίσει το ζήτημα της τηλεοπτικής άσκησης της πολιτικής (ο χαρακτήρας της Ρενέ Ρουσώ είναι επίτηδες σκιαγραφημένος ως ανθρώπινο στερεότυπο), δεν θα ξεφεύγαμε απ’ την περιοχή των κλισέ και το κραυγαλέο μιας κριτικής που έχει, λίγο-πολύ, εξαντληθεί.

Αυτό που απασχολεί τον Γκιλρόι όμως δεν είναι μια ακόμα εκδοχή του ευρύτερου συστήματος, αλλά το σύστημα καθεαυτό και το είδος ανθρώπου που κατασκευάζει και –σε μια πιο προωθημένη στιγμή- χρησιμοποιεί. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που ο χαρακτήρας του Τζέικ Τζίλενχαλ μας συστήνεται ως απλός κλέφτης (πράγμα που στο φινάλε, πανέξυπνα μας υπενθυμίζει ο σκηνοθέτης, κάνοντας κοντινό στο ρολόι).

Ο χώρος του μακάβριου τηλεοπτικού ρεπορτάζ τον τραβάει κατά τύχη, καθώς του παρέχει την κατάλληλη ευκαιρία για να αξιοποιήσει τα «ταλέντα» του. Είναι ένας ευέλικτος, έξυπνος και ωμός πραγματιστής, που εντοπίζει το πεδίο του και ορμάει σαν καλό αρπακτικό. Δεν έχει κάποιου είδους ιδιαίτερη κλίση πέρα απ’ αυτήν που σχετίζεται άμεσα με την πιο γρήγορη εξασφάλιση του κέρδους.

Εκπαιδευμένος μέσα από το διαδίκτυο (όπως λέει σε μια χαρακτηριστική σκηνή, δεν του χρειάστηκαν σπουδές, στο ίντερνετ μπόρεσε να κάνει online μαθήματα και να αποκτήσει όσα προσόντα ήθελε) και εφοδιασμένος, χάρη σε άπειρες ώρες παρακολούθησης τηλεοπτικών προγραμμάτων, με το αρμόζον ξύλινο λεκτικό οπλοστάσιο, είναι έτοιμος να μπει στην αγορά και να αλωνίσει. Η φόρμουλα συμπεριφοράς που επιστρατεύει και το βερμπαλιστικό του «πολυβόλο» προΐστανται του όποιου «χαρακτήρα».

Δεν είναι άνθρωπος, είναι ένα ενσαρκωμένο μπιχεβιοριστικό μοντέλο που κάθε υποψήφιος για εργασία θα έπρεπε να μελετήσει, αν πραγματικά επιθυμεί να βρει δουλειά, ένα αμάλγαμα από συμβουλές και tips που μετατρέπουν το άτομο σε μηχανή εξασφάλισης κέρδους, μια απευθείας ενσάρκωση του “success story” με κάθε κόστος. Το έξτρα στοιχείο που τον ολοκληρώνει, όμως, είναι οι εμφανείς ψυχικές διαταραχές του.

Ο Leo Bloom είναι συγχρόνως απόλυτα ορθολογιστής και απόλυτα παράλογος. Απαλλαγμένος λόγω φύσης (τουλάχιστον αυτό μας αφήνει ο Γκιλρόι να πιστέψουμε αφού δεν μας δίνει καμιά πληροφορία για το παρελθόν του ήρωά του, κανένα background, καμιά εξήγηση ή αιτία της κατάστασής του) από οτιδήποτε μπορεί να λειτουργήσει ως εμπόδιο για την άσκηση του επαγγέλματός του (αξιακό κώδικα, ιδεολογία, ανθρωπιστικά αισθήματα, συμπόνια), ο Bloom μπορεί στα αλήθεια να αποδώσει στην εντέλεια. Και αποδίδει! Γιατί, όπως η ανθρωπότητα, θέτει στον εαυτό του μόνο τα προβλήματα που μπορεί να λύσει.

Ο Γκιλρόι τον θέλει ελάχιστα αληθοφανή, εμφατικά απάνθρωπο, βαμπίρ νυχτόβιο αρπακτικό, πλάσμα της νύχτας τρεφόμενο αποκλειστικά με αίμα και σκοτάδι. Απόμακρος, επιβιωτικός πέρα από κάθε όριο, κυνικός και άριστος διαπραγματευτής, ο Bloom διαθέτει όσφρηση και μέσα για το Κακό και μόνο. Είναι το προϊόν της εποχής του, κι αν αυτό το προϊόν είναι τρομακτικό, αυτό συμβαίνει γιατί η εποχή παράγει τέρατα με τη μεγαλύτερη ευκολία. Θέλει να ανελιχθεί, να προκόψει, να γίνει κύριος του εαυτού του και κατόπιν κύριος των άλλων. Αν μοιάζει πιο διαβολικός από τους ανώτερούς του, είναι επειδή το υλικό που διαχειρίζεται είναι φρικιαστικό.

Αλλά η μέθοδος επεξεργασίας, η εισαγωγή του στον χώρο της προσφοράς και της ζήτησης, η μετατροπή του σε ανταλλακτική αξία, όλη η δουλειά που απαιτείται για να γίνει το εμπόρευμα ελκυστικό, ακολουθεί απλώς την πεπατημένη. Αν ο πόνος, η βία, η καταστροφή έχουν μετατραπεί σε ιδεατά αντικείμενα που μπορούν να μοσχοπουληθούν, δεν φταίει ο Bloom, αυτός δεν είναι παρά ένας ακόμα μεσάζων ανάμεσα στην λαχτάρα του κοινού για αίμα και στους ανθρώπους της τηλεόρασης που έχουν αναλάβει να την κορέσουν. Και ως τέτοιος απαλλάσσεται της ευθύνης. Απόδειξη είναι το γεγονός ότι ο νόμος δεν μπορεί να τον αγγίξει. Όσο για την Ηθική, αυτό το παραμύθι νανουρίζει πια μόνο τους αθεράπευτα ρομαντικούς. Κι ο ίδιος δεν χρειάζεται νανούρισμα γιατί δεν κοιμάται ποτέ.

Το φιλμ πραγματεύεται όλα αυτά τα ζητήματα με τον πιο ευθύβολο τρόπο που θα μπορούσε να διανοηθεί κανείς, χωρίς να ξεπέφτει ποτέ στο επίπεδο της σοβαροφανούς καταγγελίας. Αυτό είναι μεγάλο κατόρθωμα του Γκιλρόι. Καμιά στιγμή δεν εγκαταλείπει την σαρδόνια σάτιρα ή την ειρωνική κριτική, και δεν υπάρχει ούτε ένα δευτερόλεπτο στην ταινία που να μην είναι συναρπαστικό με τους όρους του αφηγηματικού σινεμά, χωρίς τον παραμικρό διδακτισμό ή την οποιαδήποτε, αφ’ υψηλού και δυσνόητη συμβολιστική.

Η ταινία διαθέτει υπέροχο εικαστικό ύφος καθώς παγιδεύει στα στιλπνά, συμμετρικά πλάνα της, την μυστική ουσία της αστικής νυχτερινής ατμόσφαιρας (χάρη στην καταπληκτική φωτογραφία του Ρόμπερτ Έλσουιτ), αξιοζήλευτο ρυθμό και απίστευτο σασπένς. Θα ήταν ήδη αρκετά όλα αυτά για να μιλάμε για μια φοβερή ταινία. Υπάρχει και κάτι άλλο όμως, πολύ σημαντικό: ο Τζίλενχαλ ως Bloom, ο οποίος μαστορεύει έναν χαρακτήρα βαριάς ψυχοπαθολογίας που είναι αυθεντικά τρομακτικός, απενοχοποιημένα κωμικός και αιφνιδιαστικά συμπαθής (όχι στην πραγματικότητα, αλλά στο πανί λατρεύουμε και τους αρνητικούς ήρωες αν δεν είμαστε ακραία ιδεοληπτικοί) μέσα στην ψύχωσή του. Δεν είναι ούτε μόνο αντιήρωας ούτε μόνο villain. Είναι και τα δύο εναλλάξ, και συχνά μόνο με ένα βλέμμα.

Καθώς βυθομετρά την άβυσσο του πολιτισμού και τη δική του, ο Bloom του Τζίλενχαλ σταδιακά ξεφορτώνεται την όποια ανθρώπινη υπόστασή του για να καταλήξει σε κάτι που θυμίζει περισσότερο μετουσίωση της γρουσουζιάς, ένα κακόβουλο πνεύμα, ένα κινούμενο σημάδι κακοτυχίας. Ξερακιανός, με γουρλωμένο μάτι τρελού, ανατριχιαστικό χαμόγελο και μια λογοδιάρροια που αποσιωπά αντί να λέει ο αντικοινωνικός αυτός απεσταλμένος του θανάτου εκπροσωπεί επάξια τους χωλούς καιρούς του. Παίζοντας άλλοτε με απειλητικές σιωπές και εσωτερικότητα (σε στιγμές του αρκεί να κοιτάει κάποιον έντονα για να εκφράσει ένα πλήθος ψυχικών διεργασιών) κι άλλοτε με εκρηκτικό μένος (η τρομερή σκηνή στον καθρέφτη), φτιάχνει έναν Leo Bloom που θα μπορούσες να συναντήσεις τόσο στην πραγματική ζωή όσο και στους εφιάλτες σου.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑