Reviews 12 Angry Men (1957)

11 Απριλίου 2024 |

0

12 Angry Men (1957)

Σκηνοθεσία: Σίντνεϊ Λιούμετ

Παίζουν: Χένρι Φόντα, Λι Τζ. Κομπ, Μάρτιν Μπάλσαμ

Διάρκεια: 97’

What’s the matter matter with you?
I have a reasonable doubt.

Ένα δωμάτιο με 12 τυχαίους ανθρώπους, επιφορτισμένους με μια ιερή αποστολή, καθώς από την ετυμηγορία τους κρέμεται η ζωή ενός ανθρώπου. Ο κατηγορούμενος δείχνει πέρα για πέρα ένοχος, σε βαθμό που η ομόφωνη καταδικαστική απόφαση και η επιβολή της θανατικής ποινής μοιάζουν ζητήματα διαδικαστικού χαρακτήρα. Κι όμως, ο ένορκος νούμερο 8 (ο υπέροχος Χένρι Φόντα) δεν είναι έτοιμος να υποκύψει στη χυδαία ευκολία. Η ανθρώπινη ζωή δεν είναι κάποιο περιττό βάρος που ξεφορτώνεσαι τόσο εύκολα, η ευθύνη του ενόρκου δεν είναι μία απλή αβαρία που ξεπετάς στα γρήγορα.

Ή τουλάχιστον δεν θα έπρεπε να είναι, προσπαθεί να υπενθυμίσει στην αμερικάνικη κοινωνία μία ταινία που διατηρεί ακέραιη πίστη στη βουλησιαρχική επιβολή του Καλού. Οι θεσμοί είναι φτιαγμένοι από ανθρώπους για ανθρώπους και η υπεράσπισή τους επαφίεται πρωτίστως σε εμάς τους ίδιους, πόσο μάλλον όταν έχουμε να κάνουμε με ένα σύστημα απονομής δικαιοσύνης που εναποθέτει τον ρόλο του τελικού κριτή σε μία ομάδα ετερόκλητων ανθρώπων, οι οποίοι βρέθηκαν σε αυτή τη ζόρικη θέση σχεδόν ουρανοκατέβατα. Φαινομενικά και σε πρώτη ανάγνωση, οι 12 ένορκοι δεν έχουν τίποτα να χάσουν ή να κερδίσουν από αυτή την ιστορία. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, έχουν να χάσουν ή να κερδίσουν τα πάντα –ή τουλάχιστον όλα εκείνα που συγκροτούν την ανθρώπινη ιδιότητα. Στη διάρκεια αυτής της διαβούλευσης, καλούνται να αποδείξουν, πάνω απ’ όλα στον ίδιο τους τον εαυτό, αν είναι εξοπλισμένοι με αυτοσεβασμό και αξιοπρέπεια.

12 Angry Men

Ο Σίντνεϊ Λιούμετ, σε ένα υποδειγματικό σκηνοθετικό ντεμπούτο που άφησε εποχή, μετατρέπει 12 απλούς και καθημερινούς τύπους σε καθρέφτες μιας ολόκληρης κοσμοθεωρίας που οφείλει να προασπίσει τις αξίες και τα ιδανικά της. Παράλληλα, μεταμορφώνει μια ασφυκτική αίθουσα σε τόπο μάχης και σύγκλισης, όπου συγκρούονται το ξεροκέφαλο πείσμα και η ανοιχτόμυαλη διαπραγμάτευση, ο ζήλος και η απάθεια, η λογική και οι αφορισμοί, η ενσυναίσθηση και η αδιαφορία. Η ταινία εκπέμπει μία αναπόφευκτη θεατρογενή ατμόσφαιρα χάρη στον αυστηρά προσδιορισμένο χώρο και στη βαρύνουσα σημασία του διαλογικού σκέλους, η οποία όμως δεν καταλήγει σε κανένα σημείο περιοριστική.

Ομοίως, ο Λιούμετ δεν αρκείται σε ένα (ούτως ή άλλως συναρπαστικό) δικαστικό στόρι, το οποίο ξεδιπλώνεται μέσα από κοφτές ανάσες, χειροπιαστή ένταση και ποτάμια ιδρώτα. Αντιθέτως, σκαρώνει αναλυτικά ψυχογραφήματα σε ανύποπτο χρόνο, απεικονίζοντας αθέατες συγκρούσεις, συμμαχίες, αλλαγές στάσης, ενστικτώδεις φιλίες και αντιπάθειες, αόρατα κατάλοιπα και επιθυμίες που βγαίνουν στην επιφάνεια μέσα σε λίγες μόνο ώρες. Όλα τα παραπάνω εκτυλίσσονται σε συνθήκες ακραίου καύσωνα (διόλου τυχαία επιλογή, καθώς η αφόρητη ζέστη επιτείνει τον εκνευρισμό, την ανυπομονησία, την αγωνία και την κόπωση), σε μια κοινότυπη αίθουσα που θαρρείς κρύβει μέσα της όλο το νόημα και την ευθύνη του να είσαι άνθρωπος.

12 Angry Men 2

Σε ένα κλειστό κύκλωμα που ξαφνικά χάνει την προκαθορισμένη δομή του, τα κάδρα του Λιούμετ καθρεφτίζουν την ατομική και ομαδική ψυχολογία της κάθε στιγμής, καταδεικνύουν την κρισιμότητα της κάθε λέξης, αποτυπώνουν σε real time την εσωτερική πάλη του κάθε ατόμου ξεχωριστά. Παίζοντας με τις διαστάσεις, ο Λιούμετ δημιουργεί μία παραμορφωτική συνθήκη αποπροσανατολισμού και αντικατοπτρισμού: το ταβάνι σταδιακά χαμηλώνει, οι τοίχοι τραβιούνται προς τα μέσα, συρρικνώνοντας και μεγεθύνοντας την ίδια στιγμή 12 ανθρώπους που τελούν υπό αφόρητη πίεση. Ο χώρος είναι πλέον συμβολικός και πέρα για πέρα ρευστός, μιας και το μέγεθός του διαστέλλεται και συστέλλεται ανάλογα με τα πάθη και τα λάθη των ανθρώπων. Κι όσο η ένταση ανεβαίνει, εμείς βιώνουμε ένα θρίλερ που ξετυλίγεται σε διπλό ταμπλό, μπλέκοντας δύο χρονικά επίπεδα: το θολό παρελθόν ενός φονικού γίνεται το πεδίο μάχης για μια ανελέητη λεκτική μονομαχία στο εδώ και τώρα.

Tο 12 Angry Men αποτελεί σημείο αναφοράς τόσο για το δικαστικό δράμα όσο και για δράμα δωματίου, υπερβαίνοντας την ίδια στιγμή κάθε ταμπέλα και κατηγοριοποίηση. Μια ταινία που λειτουργεί ως φωνή συνείδησης, αλλά και ως αυστηρή υπενθύμιση: σε αυτή τη ζωή και σε αυτόν τον κόσμο, δεν έχουμε το δικαίωμα να κάνουμε τα στραβά μάτια. Πάνω απ’ όλα, ίσως, δεν έχουμε το προνόμιο να επιλέξουμε σε ποια στροφή του δρόμου θα πέσει στους ώμους μας το πιο ασήκωτο βάρος. Θα το σηκώσουμε ή θα το προσπεράσουμε; Το δίλημμα αυτό είναι το μόνο που όντως περνά από το δικό μας χέρι.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑